dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία ξένων γλωσσών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fremdsprachenunterricht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διδασκαλία ξένων γλωσσών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sprachunterricht
Ⓦ
Ⓖ
…